Ναυαγοσώστης στα ουκρανικά
Μετάφραση: ναυαγοσώστης, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рятувальник, рятівник, спасатель, Спаситель
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ναυαγοσώστης
επάγγελμα ναυαγοσώστης, ναυαγοσώστης εργασια 2013, ναυαγοσώστης 2013, ναυαγοσώστης πισίνας, ζητείται ναυαγοσώστης, ναυαγοσώστης λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ναυαγοσώστης στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ναρκωτικό στα ουκρανικά - допінг, наркотик, наркотичний, медикамент, ліки, засіб
- ναυάγιο στα ουκρανικά - кораблекрушение, корабельна аварія, корабельну, корабельну аварію, аварію корабля
- ναυαγώ στα ουκρανικά - впасти, упасти, засновник, осідати, фундатор, викидати, викидатиме
- ναυαρχείο στα ουκρανικά - адміралтейство, Міністерство, адмиралтейство, адміралтействі
Τυχαίες λέξεις
Ναυαγοσώστης στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: рятувальник, рятівник, спасатель, Спаситель
Μεταφράσεις: рятувальник, рятівник, спасатель, Спаситель