Ναυαγοσώστης στα ρωσικά
Μετάφραση: ναυαγοσώστης, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
спасатель, Lifeguard, спасателей, спасателя, спасателем
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ναυαγοσώστης
επάγγελμα ναυαγοσώστης, ναυαγοσώστης εργασια 2013, ναυαγοσώστης 2013, ναυαγοσώστης πισίνας, ζητείται ναυαγοσώστης, ναυαγοσώστης λεξικό γλώσσας ρωσικά, ναυαγοσώστης στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- ναρκωτικό στα ρωσικά - медикамент, снадобье, наркотик, лекарство, допинг, средство, лесовоз, ...
- ναυάγιο στα ρωσικά - кораблекрушение, кораблевождение, кораблекрушения, Shipwreck, крушение, кораблекрушений
- ναυαγώ στα ρωσικά - тонуть, завалиться, вырезать, зачинатель, увязать, бурить, вонзаться, ...
- ναυαρχείο στα ρωσικά - адмиралтейство, Адмиралтейства, Адмиралтейская, Admiralty, адмиралтейский
Τυχαίες λέξεις
Ναυαγοσώστης στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: спасатель, Lifeguard, спасателей, спасателя, спасателем
Μεταφράσεις: спасатель, Lifeguard, спасателей, спасателя, спасателем