Παραβρίσκομαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: παραβρίσκομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
klausyti, dalyvauti, lankyti, dalyvauja, dalyvaus, atvykti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραβρίσκομαι
παραβρίσκομαι ή παρευρίσκομαι, παραβρίσκομαι παρευρίσκομαι, παραβρίσκομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παραβρίσκομαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- παραβλέπω στα λιθουανικά - nepastebėti, pamiršti, nepastebi, nepaisyti
- παραβολή στα λιθουανικά - parabolė, palyginimą, palyginimas, alegorija
- παραγέμισμα στα λιθουανικά - įdaras, įdaru, farce, įdaro, prikimšimas
- παραγγέλλω στα λιθουανικά - rūšis, vertinti, ordinas, potvarkis, įsakas, tvarka, klubas, ...
Τυχαίες λέξεις
Παραβρίσκομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: klausyti, dalyvauti, lankyti, dalyvauja, dalyvaus, atvykti
Μεταφράσεις: klausyti, dalyvauti, lankyti, dalyvauja, dalyvaus, atvykti