Παρόρμηση στα λιθουανικά

Μετάφραση: παρόρμηση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vertimas, impulsas, impulsą, impulso, impulsų
Παρόρμηση στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρόρμηση

παρόρμηση συνώνυμο, παρόρμηση ορισμός, παρόρμηση λεξικο, παρόρμηση συνώνυμα, ιδεοληπτική παρόρμηση, παρόρμηση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παρόρμηση στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • παρωδία στα λιθουανικά - parodija, parody, parodiją, parodijų
  • παρόμοιος στα λιθουανικά - panašus, panašių, panašūs, panašios, panaši
  • παρών στα λιθουανικά - dovana, dabartinis, dabartis, pateikti, metu
  • πασπάλισμα στα λιθουανικά - susmulkinimą į miltelius
Τυχαίες λέξεις
Παρόρμηση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vertimas, impulsas, impulsą, impulso, impulsų