Λέξη: παραπαίω

Σχετικές λέξεις: παραπαίω

παραπαίω ορισμος, παραπαίω τι σημαινει, παραπαίω λεξικο, παραπαίω συνωνυμα, παραπαίω συνώνυμο, παραπαίω ετυμολογια

Συνώνυμα: παραπαίω

πλαταγώ, χτυπιέμαι, πίπτω, πέφτω αδέξια, διστάζω, τραυλίζω, κλονούμαι, τρικλίζω, ασταθώ

Μεταφράσεις: παραπαίω

παραπαίω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
flounder, totter, flop, falter

παραπαίω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tambalearse, totter, totter del, tambalear, tambalean

παραπαίω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
flunder, butt, wackeln, wanken, schwanken, totter, ins Wanken

παραπαίω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cahoter, embrouiller, patauger, frétiller, ballotter, chanceler, bascule, totter, chancellent, chancellement

παραπαίω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vacillare, totter, traballare, barcollare, il totter

παραπαίω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
solha, florença, cambalear, totter, totter do, totter da, oscilar

παραπαίω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
worstelen, spartelen, waggelen, totter, wankelen, wankelt, wankel

παραπαίω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
путаться, барахтаться, хлюпать, камбала, шататься, ковылять, заплетаться, разрушаться

παραπαίω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
flyndre, totter, stavre, vakle, huske

παραπαίω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
totter, vackla, stapplar, stappla, brädan

παραπαίω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hapuilla, rimpuilla, vaappua, totter, hoiperrella, huojua, olla romahtamaisillaan

παραπαίω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
stavre, vakle, totter, vakler

παραπαίω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zmítat, splést, potácet se, potácet, kymácet se, motat se

παραπαίω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
grzęznąć, tarzanie, brodzić, grzęzawisko, szarpać, flądra, stornia, brnięcie, brodzenie, płastuga, plątać, brnąć, miotać, chwiać się, kiwać się, totter, kiwać, chwiać

παραπαίω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lepényhal, támolyog, TOTTER, dülöngél

παραπαίω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yalpalamak, totter, sendelemek, sendeleyerek gitmek

παραπαίω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
борсання, плутатись, борсатись, плутатися, хитатися, валандатися, тинятися, вештатись, вештатися

παραπαίω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
eci duke u lëkundur, shkatërrohem, lëkundem, më merren këmbët, merren këmbët

παραπαίω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
клатушкане, клатя, вървя несигурно, клатя се, неустойчиво движение

παραπαίω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хістацца, бадзяцца, блукаць, падскоквала

παραπαίω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lest, kahlama, tudisema, tuikuma, Huojua, tuigerdama, Hoiperrella

παραπαίω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
iverak-obični, teturati, klecati, klimati, kolebati, klecanje

παραπαίω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flyðra, totter

παραπαίω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
svirduliuoti, Eiti drebėti atrodo, strapalioti, susvyruoti

παραπαίω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
grīļoties, ļodzīties, sagrūt

παραπαίω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
клатушкане

παραπαίω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
clătina, împletici, clatin, se clătina, merge șovăitor

παραπαίω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
TOTTER, opotekati, Teturati

παραπαίω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
potácať
Τυχαίες λέξεις