Πεζούλα στα λιθουανικά
Μετάφραση: πεζούλα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
suolas, stendo, stende, suoliukas, bench
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεζούλα
πεζούλα καρδίτσα, πεζούλα λίμνη πλαστήρα, κοντοσούβλι πεζούλα, καιρός πεζούλα, πεζούλα μυρτώ, πεζούλα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πεζούλα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πεζοναύτης στα λιθουανικά - jūrų, Marine, jūros, jūrinis, jūrinių
- πεζοπορία στα λιθουανικά - vaikščioti, pėsčiomis, eiti, nueiti, pasivaikščioti
- πεζούλι στα λιθουανικά - apsiautalas, Gzyms kominka, mantel, židinio, mantija
- πεζόδρομος στα λιθουανικά - šaligatvis, grindinys, pėsčiasis, pėsčiųjų, rankinio, rankiniai, pėstiesiems
Τυχαίες λέξεις
Πεζούλα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: suolas, stendo, stende, suoliukas, bench
Μεταφράσεις: suolas, stendo, stende, suoliukas, bench