Πηγαίνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: πηγαίνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dirbti, važiuoti, eiti, veikti, tapti, pereiti, eikite, go, nukeliauti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πηγαίνω
πηγαίνω στο νηπιαγωγείο, πηγαίνω προστακτική, πηγαίνω σε τόπους που μου θυμίζουν μια παιδική μου ζωγραφιά, πηγαίνω συνώνυμα, πηγαίνω μόνοσ φίλιπποσ πλιάτσικασ, πηγαίνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πηγαίνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πηγάδι στα λιθουανικά - šulinys, gerai, pat, ir, bei, taip
- πηγή στα λιθουανικά - pradžia, versmė, šaltinis, verdenė, kilmė, autorius, ištaka, ...
- πηγούνι στα λιθουανικά - smakras, Chin, smakro, taisome, chinas
- πηδάλιο στα λιθουανικά - vairas, vairo, laivo vairo, laivo vairas, vairą
Τυχαίες λέξεις
Πηγαίνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: dirbti, važiuoti, eiti, veikti, tapti, pereiti, eikite, go, nukeliauti
Μεταφράσεις: dirbti, važiuoti, eiti, veikti, tapti, pereiti, eikite, go, nukeliauti