Λέξη: πηγαίνω
Σχετικές λέξεις: πηγαίνω
πηγαίνω στο νηπιαγωγείο, πηγαίνω προστακτική, πηγαίνω σε τόπους που μου θυμίζουν μια παιδική μου ζωγραφιά, πηγαίνω συνώνυμα, πηγαίνω μόνοσ φίλιπποσ πλιάτσικασ, πηγαίνω προστακτική αορίστου, πηγαίνω κλίση, πηγαίνω αντίθετο, πηγαίνω μόνος στίχοι, πηγαίνω χρόνοι
Συνώνυμα: πηγαίνω
πάω, υπάγω, παίρνω, αποκτώ, λαμβάνω, κερδίζω, προμηθεύομαι, διευθύνω, διευθύνομαι, επιδιορθώνω, μπαλλώνω, επισκευάζω, διορθώνω
Μεταφράσεις: πηγαίνω
πηγαίνω στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
go, get, I go, going, go to
πηγαίνω στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
andar, conducir, viajar, ir, hacerse, marchar, llegar, caminar, funcionar, vaya, ir a, pasar, seguir
πηγαίνω στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
laufen, gehen, bekommen, gehe, halten, arbeiten, reisen, funktionieren, fahren, sterben, zu gehen, gehen Sie, go
πηγαίνω στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
devenir, conduire, rouler, vas, vais, fonctionner, tentative, marcher, aller, expérience, finir, voyager, allons, essai, sortir, allez, passer, rendre, faire
πηγαίνω στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
diventare, funzionare, andare, vai, passare, andare a, fare
πηγαίνω στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vá, viajar, aportar, descer, andar, caminhar, partir, roer, funcionar, ir, chegar, acontecer, abalar, vão, passar, ir para
πηγαίνω στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
lopen, functioneren, worden, gaan, werken, standhouden, verlopen, raken, reizen, ga, naar, te gaan, gaat
πηγαίνω στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пойти, поседеть, перейти, попытка, махнуть, погасать, таскаться, вместиться, ходить, вмещаться, пойдите, экзаменоваться, седеть, разрушиться, екнуть, углубиться, идти, идут, ехать
πηγαίνω στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
reise, kjøre, gå, går, dra, å gå
πηγαίνω στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gå, går, åka, att gå, go
πηγαίνω στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tulla joksikin, tulla, toimia, murtua, ajaa, kävellä, liikkua, ulottua, päästä, kulkea, kulua, saapua, kuolla, käydä, matkustaa, mennä, mene, siirry, menevät, lähteä
πηγαίνω στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
gå, fare, blive, rejse, går, at gå, tage, go
πηγαίνω στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
jít, postupovat, jezdit, plout, řídit, pokus, chodit, zkouška, uplynout, zemřít, cestovat, vést, přejděte, přejít, go, jet
πηγαίνω στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wyjeżdżać, jechać, stawać, pójść, iść, odejść, próba, podróżować, chodzić, udawać, pojechać, przejdź
πηγαίνω στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
numera, vizsga, alku, megy, menni, menjen, menj, itt
πηγαίνω στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gitmek, gidin, gidip, go, dönmek
πηγαίνω στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
подітися, їздити, іти, ходити, їхати, поїхати, йти
πηγαίνω στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shkoj, kaloj, vete, shkojnë, shkoni, të shkojnë, shkuar
πηγαίνω στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
отивам, ходя, отидете, проверете, отида
πηγαίνω στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хадзiць, скончыць, прыстань, адхазiць, прыходзiць, адбыцца, ісці, ісьці
πηγαίνω στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
käima, minema, proov, o, minna, Otsi, lähe, lähevad
πηγαίνω στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
umrijeti, prolaziti, postići, namjeravati, ići, otići, ide, idite, idu
πηγαίνω στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fara, ganga, að fara, farið, ferð, fara í
πηγαίνω στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
tendo, incedo, eo, vado
πηγαίνω στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dirbti, važiuoti, eiti, veikti, tapti, pereiti, eikite, go, nukeliauti
πηγαίνω στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kļūt, iet, strādāt, tapt, darboties, funkcionēt, saglabāties, valkāties, pietikt, doties, iet uz, aiziet, dodieties
πηγαίνω στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
оди, одат, одите, одам, одиме
πηγαίνω στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
merge, meargă, mergi, a merge
πηγαίνω στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
hoditi, iti, jezdit, go, pojdi, pojdite, gredo
πηγαίνω στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
choď, ísť
Στατιστικά δημοτικότητας: πηγαίνω
Τυχαίες λέξεις