Προνοητικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: προνοητικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
toliaregis, įžvalgus, dalekowzroczny, Numatančios, Przezorny
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προνοητικός
προνοητικός συνώνυμα, προνοητικός συνώνυμο, προνοητικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, προνοητικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- προμηθεύομαι στα λιθουανικά - promithefomai
- προμηθεύω στα λιθουανικά - aprūpinti, Aprūpins, Aprowidować, Būti teikėjas, būti tiekėju
- προνοητικότητα στα λιθουανικά - numatymas, įžvalgumas, įžvalga, numatymo
- προνοώ στα λιθουανικά - žiūrėti į ateitį, saugokis, žvelgti į ateitį, numatymas į priekį, žiūrėti į priekį
Τυχαίες λέξεις
Προνοητικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: toliaregis, įžvalgus, dalekowzroczny, Numatančios, Przezorny
Μεταφράσεις: toliaregis, įžvalgus, dalekowzroczny, Numatančios, Przezorny