Συνεχίζομαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: συνεχίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
trukti, tęstis, eiti, eiti į, tęsti, vykti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεχίζομαι
ρήμα συνεχίζεται, συνεχίζομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συνεχίζομαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- συνετός στα λιθουανικά - įžūlus, išmintingas, atsargus, apdairus, protinga, išmintinga, apdairu
- συνεχής στα λιθουανικά - tęstinis, nepertraukiamas, nuolat, nuolatinis, nuolatinė
- συνεχίζω στα λιθουανικά - trukti, tęsti, toliau, ir toliau, tęstis
- συνεχώς στα λιθουανικά - nuolat, nuolatos, pastoviai, vis
Τυχαίες λέξεις
Συνεχίζομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: trukti, tęstis, eiti, eiti į, tęsti, vykti
Μεταφράσεις: trukti, tęstis, eiti, eiti į, tęsti, vykti