Σφύριγμα στα λιθουανικά

Μετάφραση: σφύριγμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
švilpynė, švilpukas, Whistle, Teisėjauti, Sukelti, Švilpuką
Σφύριγμα στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σφύριγμα

σφύριγμα στα αυτιά, σφύριγμα κατά την αναπνοή, σφύριγμα με τα δάχτυλα, σφύριγμα αυτιού, σφύριγμα στο κεφάλι, σφύριγμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σφύριγμα στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • σφυρίχτρα στα λιθουανικά - švilpukas, švilpynė, Whistle, Teisėjauti, Sukelti, Švilpuką
  • σφυροκοπώ στα λιθουανικά - plaktukas, kūjis, apšaudymas, ugnis, puolimas, duoti pylos, apšaudyti
  • σχάρα στα λιθουανικά - stovas, stovo, stelažas, rack, krumpliniai
  • σχέδιο στα λιθουανικά - įprotis, planas, projektas, planą, plane, plano
Τυχαίες λέξεις
Σφύριγμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: švilpynė, švilpukas, Whistle, Teisėjauti, Sukelti, Švilpuką