Τρώω στα λιθουανικά

Μετάφραση: τρώω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kąsti, valgyti, Pavalgyti, virtuvę
Τρώω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρώω

τρώω παγάκια, τρώω και δεν παχαίνω, τρώω τον άμπακο, τρώω πολύ, τρώω ονειροκρίτης, τρώω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τρώω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • τρύγος στα λιθουανικά - derlius, vynuogių, vynmedis, vynmedžių, vine, vynuogės
  • τρύπα στα λιθουανικά - ugnikalnis, duobė, urvas, skylė, vulkanas, anga, skylę, ...
  • τσάι στα λιθουανικά - arbata, arbatos, kabelinė
  • τσάμπα στα λιθουανικά - laisvas, nemokamai, nemokamai Paskira, nemokama, nemokamas
Τυχαίες λέξεις
Τρώω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kąsti, valgyti, Pavalgyti, virtuvę