Αναγωγή στα αγγλικά

Μετάφραση: αναγωγή, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
reference, reduction, reduction of, reducing, reduced, reflux
Αναγωγή στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αναγωγή

reduction
  • μείωση
  • αναγωγή
  • ελάττωση
  • έκπτωση
  • μετατροπή
  • υποβίβαση

Σχετικές λέξεις: αναγωγή

αναγωγή στη δεκαδική κλασματική μονάδα, αναγωγή μηνιαίου μισθού σε ημερομίσθιο, αναγωγή στη μονάδα δ δημοτικού, αναγωγή στα αγγλικά, αναγωγή ετυμολογία, αναγωγή λεξικό γλώσσας αγγλικά, αναγωγή στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • αναγνώριση στα αγγλικά - reconnaissance, acknowledgement, recognition, identification, acknowledgment, recognition of, identify
  • αναγνώστης στα αγγλικά - reader, reader is, readers, reader of
  • αναγόρευση στα αγγλικά - election, nomination, proclamation, ceremony, ceremony UCY, acclaimed
  • αναδάσωση στα αγγλικά - reforestation, afforestation, forestation, reafforestation, afforestation of
Τυχαίες λέξεις
Αναγωγή στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: reference, reduction, reduction of, reducing, reduced, reflux