Επίκριση στα νορβηγικά
Μετάφραση: επίκριση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kritikk, kritikken
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίκριση
επίκριση συνώνυμο, επίκριση λεξικό, επίκριση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, επίκριση στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- επίκαιρος στα νορβηγικά - beleilig, høvelig, aktuell, topisk, aktuelle, lokal, topikal
- επίκληση στα νορβηγικά - påkalling, påkallelse, bruken, anvendelsen, påkallelsen
- επίμαχος στα νορβηγικά - kontroversiell, kontroversielt, kontroversielle, omstridt, omstridte
- επίμονος στα νορβηγικά - vedvarende, persistent, varig, persistente
Τυχαίες λέξεις
Επίκριση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: kritikk, kritikken
Μεταφράσεις: kritikk, kritikken