Επίκριση στα ουκρανικά

Μετάφραση: επίκριση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зауваження, критика, критики, оцінка
Επίκριση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίκριση

επίκριση συνώνυμο, επίκριση λεξικό, επίκριση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επίκριση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • επίκαιρος στα ουκρανικά - сприятливий, актуальний, актуальне, життєвий, життєвого, життєвої
  • επίκληση στα ουκρανικά - запрошення, виклик, дзвінок
  • επίμαχος στα ουκρανικά - полемічний, дискусійний, спірний, спірне, суперечливий, суперечливе, спірну
  • επίμονος στα ουκρανικά - настійливий, завзятий, грузлий, заповзятий, липкий, непіддатливість, неухильний, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίκριση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зауваження, критика, критики, оцінка