Συμπαιγνία στα νορβηγικά

Μετάφραση: συμπαιγνία, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sammensvergelser, samarbeid, prissamarbeid, avtalt spill, fordekt samarbeid
Συμπαιγνία στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπαιγνία

συμπαιγνία ετυμολογια, συμπαιγνία συνώνυμο, συμπαιγνία ορισμός, συμπαιγνία σημασια, συμπαιγνία συνώνυμα, συμπαιγνία λεξικό γλώσσας νορβηγικά, συμπαιγνία στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • συμπαθητικός στα νορβηγικά - sympatisk, fin, hyggelig, fint, flott
  • συμπαθώ στα νορβηγικά - lik, like, som, ut som, liker, ut, lignende
  • συμπαράσταση στα νορβηγικά - støtte, support
  • συμπατριώτης στα νορβηγικά - landsmann, Countryman, Ryman, lands, landsmannen
Τυχαίες λέξεις
Συμπαιγνία στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: sammensvergelser, samarbeid, prissamarbeid, avtalt spill, fordekt samarbeid