Λέξη: κούτελο

Σχετικές λέξεις: κούτελο

μεγάλο κούτελο, tapered κούτελο, κούτελο γυψοσανίδας

Μεταφράσεις: κούτελο

κούτελο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
forehead, head tube, the forehead

κούτελο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
frente, testuz, la frente

κούτελο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
stirn, Stirn, die Stirn, der Stirn, Stirne

κούτελο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
front, coronale, le front, du front

κούτελο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fronte, sulla fronte, la fronte, della fronte

κούτελο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
testa, fronte, na testa, a testa, da testa

κούτελο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
voorhoofd, het voorhoofd

κούτελο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
чело, лоб, лба, лбу, лбом, на лбу

κούτελο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
panne, pannen, panna, i pannen

κούτελο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
panna, pannan, i pannan, pann

κούτελο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
otsa, otsaan, otsaansa, otsassa, otsalle

κούτελο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
pande, panden, i panden

κούτελο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
čelo, čele, čela, čelem, na čele

κούτελο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przodek, czoło, czole, czoła, czołem, na czole

κούτελο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
homlok, homlokát, homlokán, homlokára, homloka

κούτελο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
alın, alin, alnı, alında, alnına

κούτελο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лоб, чоло, лоба

κούτελο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ballë, ballin, e bëra ballin, bëra ballin, ballit

κούτελο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лоб, чело, челото, по челото, челото на, на челото

κούτελο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лоб, ілоб

κούτελο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
laup, otsmikuluu, otsaesine, otsaesist, otsaesise, otsmik, laubale

κούτελο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pouzdanje, čelo, čela, čelu, na čelu

κούτελο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
enni, ennið, ennið á, ennið með, á enni

κούτελο στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
frons

κούτελο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kakta, kaktos, pieres, kaktą, kaktą kietą

κούτελο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
piere, pieres, pieri, pierei, pieres zonas

κούτελο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
челото, на челото, чело, челото на

κούτελο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
frunte, fruntea, pe frunte, frunții, fruntii

κούτελο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
čelo, čela, čelu, čelo je, čelno

κούτελο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
čelo
Τυχαίες λέξεις