Έξι στα ολλανδικά
Μετάφραση: έξι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zes, van zes, de zes, zestal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έξι
έξι ή έξη, έξι κλειδιά, έξι εναντίον ενός, έξι σίγμα, έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα, έξι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, έξι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- έξαρση στα ολλανδικά - opgetogenheid, Elation, verrukking, in Elation, euforie
- έξη στα ολλανδικά - gebruik, gewoonte, hebbelijkheid, usance, aanwensel, zes, van zes, ...
- έξοδα στα ολλανδικά - onkosten, uitgaaf, kosten, uitgaven, lasten, de kosten
- έξοδος στα ολλανδικά - afgaan, uitgaan, uitweg, uitkomen, afrit, uitgang, vertrekken, ...
Τυχαίες λέξεις
Έξι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zes, van zes, de zes, zestal
Μεταφράσεις: zes, van zes, de zes, zestal