Αέριο στα ολλανδικά
Μετάφραση: αέριο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gas, benzine, gas-, gassen, van gas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αέριο
αέριο μουστάρδας, αέριο θεσσαλονίκης τηλέφωνα, αέριο σαρίν, αέριο αττικής, αέριο θεσσαλονίκης, αέριο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αέριο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ίχνος στα ολλανδικά - spoor, wagenspoor, trekken, afdruk, uittekenen, pad, overblijfsel, ...
- αέρας στα ολλανδικά - air, ventileren, melodie, lucht, voorkomen, wijsje, deuntje, ...
- αέτωμα στα ολλανδικά - puntgevel, geveltop, gevel, gable, gevelspits
- αίγλη στα ολλανδικά - autoriteit, prestige, gezag, betoverend, betovering, aantrekkingskracht, glamour, ...
Τυχαίες λέξεις
Αέριο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gas, benzine, gas-, gassen, van gas
Μεταφράσεις: gas, benzine, gas-, gassen, van gas