Αληθινός στα ολλανδικά
Μετάφραση: αληθινός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
effectief, eigenlijk, werkelijk, daadwerkelijk, reëel, feitelijk, echt, authentiek, echte, originele, oprechte
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αληθινός
αληθινός φίλος, αληθινός τρόμος επεισόδιο 2ο δαίμονες ντοκιμαντέρ, αληθινός φίλος είναι, αληθινόσ συνώνυμο, αληθινός συνώνυμα, αληθινός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αληθινός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αληθής στα ολλανδικά - echt, heus, juist, gegrond, waarachtig, waar, trouw, ...
- αληθινά στα ολλανδικά - werkelijk, echt, wezenlijk, waarlijk, echt moet, echte
- αληθοφανής στα ολλανδικά - vermoedelijk, geloofwaardig, geloofwaardige, geloofwaardiger, geloofwaardig te, believable
- αλησμόνητος στα ολλανδικά - gedenkwaardig, heuglijk, onvergetelijk, onvergetelijke, plezierig, een onvergetelijke
Τυχαίες λέξεις
Αληθινός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: effectief, eigenlijk, werkelijk, daadwerkelijk, reëel, feitelijk, echt, authentiek, echte, originele, oprechte
Μεταφράσεις: effectief, eigenlijk, werkelijk, daadwerkelijk, reëel, feitelijk, echt, authentiek, echte, originele, oprechte