Αμνηστία στα ολλανδικά

Μετάφραση: αμνηστία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
amnestie, begenadiging, Amnesty, van Amnesty, amnestiewet, amnestieregeling
Αμνηστία στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμνηστία

αμνηστία ταινία, αμνηστία βικιλεξικο, αμνηστία συνώνυμα, αμνηστία ορισμός, αμνηστία σημαίνει, αμνηστία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αμνηστία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αμμώδης στα ολλανδικά - mul, rul, zanderig, zand-, zandig, zand, zandige
  • αμνησία στα ολλανδικά - geheugenverlies, amnesie, amnesia
  • αμοιβάδα στα ολλανδικά - amoebe, Amoeba, amoeben, de Amoebe
  • αμοιβή στα ολλανδικά - belang, pré, lonen, belonen, baat, voordeel, terugdoen, ...
Τυχαίες λέξεις
Αμνηστία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: amnestie, begenadiging, Amnesty, van Amnesty, amnestiewet, amnestieregeling