Ανάβαση στα ολλανδικά
Μετάφραση: ανάβαση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beklimming, opgang, klim, opstijging, stijgen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανάβαση
ανάβαση κύμης 2014, ανάβαση κύμης 2014 αποτελεσματα, ανάβαση ριτσώνας, ανάβαση κύμης, ανάβαση χάρτες, ανάβαση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ανάβαση στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αν στα ολλανδικά - zo, wanneer, of, indien, als, ingeval
- ανά στα ολλανδικά - binnen, te, per, in, € per
- ανάβω στα ολλανδικά - ontsteken, helderheid, verlichten, licht, aansteken, aansteker, aanmaken, ...
- ανάγκη στα ολλανδικά - vorderen, motief, verlangen, zucht, wens, zullen, eisen, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανάβαση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: beklimming, opgang, klim, opstijging, stijgen
Μεταφράσεις: beklimming, opgang, klim, opstijging, stijgen