Ανέμελος στα ολλανδικά
Μετάφραση: ανέμελος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zorgeloos, onbezorgd, zorgeloze, onbezorgde, zorgeloos de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανέμελος
ανέμελος μετάφραση, ανέμελος συνώνυμα, ανέμελος στα αγγλικά, ανέμελος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ανέμελος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ανέκδοτο στα ολλανδικά - anekdote, anecdote
- ανέκφραστος στα ολλανδικά - deadpan, uitgestreken, uitgestreken gezicht, effen, stalen gezicht
- ανέντιμος στα ολλανδικά - onaangenaam, boosaardig, vervelend, slecht, lelijk, snood, kwaad, ...
- ανέρχομαι στα ολλανδικά - som, bedrag, hoeveelheid, summa, tal, totaal, getal, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανέμελος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zorgeloos, onbezorgd, zorgeloze, onbezorgde, zorgeloos de
Μεταφράσεις: zorgeloos, onbezorgd, zorgeloze, onbezorgde, zorgeloos de