Αναλυτής στα ολλανδικά
Μετάφραση: αναλυτής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
analist, analyst, analyticus, analisten
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναλυτής
αναλυτής ούρων, αναλυτής ερευνών αγοράς, αναλυτής ενέργειας, αναλυτής καυσαερίων, αναλυτής αειφόρου ανάπτυξης, αναλυτής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αναλυτής στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αναλλοίωτος στα ολλανδικά - onveranderlijk, onveranderlijke, onveranderbaar, onwrikbare, onvervalsbaar
- αναλογία στα ολλανδικά - taxeren, verhouding, evenredigheid, begroten, zinsnede, afmeting, omvang, ...
- αναλυτικός στα ολλανδικά - analytisch, analytische, analyse, de analytische, analysemethoden
- αναλύω στα ολλανδικά - ontleden, ontbinden, analyseren, doorsnijden, te analyseren, analyse, analyseren van, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναλυτής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: analist, analyst, analyticus, analisten
Μεταφράσεις: analist, analyst, analyticus, analisten