Αποτελεσματικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: αποτελεσματικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
doeltreffend, werkend, werkdadig, doelmatig, afdoend, effectief, effectieve, doeltreffende, efficiënte
Αποτελεσματικός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποτελεσματικός

αποτελεσματικός συνώνυμα, αποτελεσματικός αντώνυμο, αποτελεσματικός σχεδιασμός διδασκαλίας, αποτελεσματικός εκπαιδευτικός αποτελεσματική διδασκαλία, αποτελεσματικός ηγέτης, αποτελεσματικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αποτελεσματικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αποταμίευση στα ολλανδικά - besparing, spaargeld, besparingen, spaargelden, besparen
  • αποταμιεύω στα ολλανδικά - bezuinigen, behoeden, uitsparen, behouden, bergen, redden, bewaren, ...
  • αποτελεσματικότητα στα ολλανδικά - effectiviteit, doelmatigheid, doeltreffendheid, werkzaamheid, efficiëntie
  • αποτελώ στα ολλανδικά - samenstellen, componeren, vormen, uitmaken, make-up, uitmaken van, deel uitmaken van, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποτελεσματικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: doeltreffend, werkend, werkdadig, doelmatig, afdoend, effectief, effectieve, doeltreffende, efficiënte