Δίδακτρα στα ολλανδικά

Μετάφραση: δίδακτρα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
honorarium, onderwijs, collegegeld, lessen, studiegeld
Δίδακτρα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δίδακτρα

δίδακτρα ιδιωτικών παιδικών σταθμών, δίδακτρα ιδιωτικών σχολείων 2013-14, δίδακτρα ιεκ, δίδακτρα αρσακείου, δίδακτρα εαπ 2014, δίδακτρα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, δίδακτρα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • δήμος στα ολλανδικά - raad, gehucht, dorp, Township, gemeente, gemeente van
  • δίαιτα στα ολλανδικά - regime, overheid, gouvernement, staatsvorm, stelsel, regering, dieet, ...
  • δίθυρος στα ολλανδικά - twee, Two, beide, van twee
  • δίκαια στα ολλανδικά - tamelijk, eerlijk, vrij, redelijk, relatief
Τυχαίες λέξεις
Δίδακτρα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: honorarium, onderwijs, collegegeld, lessen, studiegeld