Διαχειριστής στα ολλανδικά

Μετάφραση: διαχειριστής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beheerder, administrateur, bewindvoerder, administrator, de beheerder
Διαχειριστής στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαχειριστής

διαχειριστής english, διαχειριστής πτώχευσης, διαχειριστής εθνικού συστήματος φυσικού αερίου, διαχειριστής επε, διαχειριστής πολυκατοικίας, διαχειριστής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, διαχειριστής στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • διαχείμαση στα ολλανδικά - overwintering, overwinteren, overwinteringsgebied, overwinteringsgebieden, Overwinteringsprodukten
  • διαχειμάζω στα ολλανδικά - winter, overwinteren, slaapstand, hibernate, winterslaap, de slaapstand
  • διαχειριστικός στα ολλανδικά - administratief, bestuurlijk, leidinggevende, leidinggevend, bestuurlijke, management, managers
  • διαχυτικός στα ολλανδικά - overdreven, effusive, uitbundig, effusieve, uitbundige
Τυχαίες λέξεις
Διαχειριστής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: beheerder, administrateur, bewindvoerder, administrator, de beheerder