Λέξη: συμπεριλαμβάνω

Σχετικές λέξεις: συμπεριλαμβάνω

συμπεριλαμβάνω ουσιαστικό, συμπεριλαμβάνω στα αγγλικά, συμπεριλαμβάνω μετάφραση, συμπεριλαμβάνω συνώνυμα, συμπεριλαμβάνω αόριστοσ, συμπεριλαμβάνω αγγλικα, συμπεριλαμβάνω μετάφραση στα αγγλικά, συμπεριλαμβάνω ορισμός

Συνώνυμα: συμπεριλαμβάνω

περιέχω, περιλαμβάνω, συγκαταλέγω, υπάγω, εννοώ, κατανοώ

Μεταφράσεις: συμπεριλαμβάνω

συμπεριλαμβάνω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
include, subsume, comprize, comprehend, add in

συμπεριλαμβάνω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
contener, abrazar, encerrar, incluir, abarcar, comprender, incluyen, incluirá, incluya, incluirán

συμπεριλαμβάνω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
aufnehmen, enthalten, einschließen, beifügen, einrechnen, einfügung, einschließlich, einbeziehen, umfassen, gehören, sind

συμπεριλαμβάνω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
comprendre, intégrer, incluez, incluons, englober, inclure, contenir, incorporer, renfermer, embrasser, comprend, comporter, comprennent, inclure des

συμπεριλαμβάνω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
includere, rinchiudere, racchiudere, contenere, abbracciare, comprendere, includono, comprendono, comprende

συμπεριλαμβάνω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inclinar, conter, incluir, incluem, inclui, incluirá

συμπεριλαμβάνω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
inhouden, behelzen, insluiten, bevatten, omvatten, onder, onder andere, zijn onder andere

συμπεριλαμβάνω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
содержать, учитывать, зачислить, зачесть, зачислять, включать, включить, засчитывать, заключать, причислять, засчитать, включают, включает, включают в себя

συμπεριλαμβάνω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
omfatte, inneholde, inkludere, inkluderer, omfatter, har

συμπεριλαμβάνω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
omfatta, inkluderar, innefattar, inkludera, omfattar

συμπεριλαμβάνω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sisältää, sisällyttää, kuuluvat, kuuluu, sisältävät

συμπεριλαμβάνω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
indeholde, omfatter, inkluderer, omfatte, indbefatter

συμπεριλαμβάνω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zahrnout, zahrnovat, obsahovat, začlenit, obsáhnout, patří, zahrnují, jsou

συμπεριλαμβάνω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
uwzględnić, wliczyć, włączać, ująć, zawrzeć, zawierać, zaliczyć, obejmować, komentować, obejmują, m.in., to, to m.in.

συμπεριλαμβάνω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tartalmaz, közé, közé tartozik, tartalmaznia, közé tartoznak

συμπεριλαμβάνω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kapsamak, dahil, içerir, bulunmaktadır, vardır, şunlardır

συμπεριλαμβάνω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вставляти, уставляти, включати, включатиме, містити, вмикати

συμπεριλαμβάνω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
përfshij, përfshijnë, të përfshijnë, të përfshijë, përfshijë, përfshin

συμπεριλαμβάνω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
включат, включва, включват, включи, да включва

συμπεριλαμβάνω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўключаць, уключаць, складацца

συμπεριλαμβάνω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sisaldama, hõlmama, hõlmavad, hulka, hulka kuuluvad

συμπεριλαμβάνω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
uključivati, uvrštenje, uključena, uračunati, uključiti, uključuju, su, uključuje

συμπεριλαμβάνω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
meðal annars, eru ma, eru meðal annars, eru meðal

συμπεριλαμβάνω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įtraukti, yra, apima, būti, taip pat

συμπεριλαμβάνω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ietvert, ietver, iekļaut, iekļauj, iekļauts

συμπεριλαμβάνω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вклучуваат, се вклучат, вклучува, вклучат, вклучи

συμπεριλαμβάνω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
include, includ, includă, să includă, cuprinde

συμπεριλαμβάνω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vključujejo, vključuje, vključevati, vsebujejo, vključiti

συμπεριλαμβάνω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
obsahovať, zahrnúť, začleniť, zahŕňať, zaradiť, zahrnuté
Τυχαίες λέξεις