Διευθυντής στα ολλανδικά

Μετάφραση: διευθυντής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
directeur, bestuurder, administrateur, beheerder, Director, regisseur
Διευθυντής στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διευθυντής

διευθυντής οικονομικών, διευθυντής ειδήσεων σκαι, διευθυντής παραγωγής, διευθυντής ποιοτικού ελέγχου, διευθυντής προσωπικού, διευθυντής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, διευθυντής στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • διευθέτηση στα ολλανδικά - maatregel, regeling, omtrek, zetting, inrichting, schikking, organisatie, ...
  • διευθετώ στα ολλανδικά - verklaring, resolutie, besluit, betuiging, uitspraak, motie, declaratie, ...
  • διευθυντικός στα ολλανδικά - leidinggevende, leidinggevend, bestuurlijke, management, managers
  • διευθύνω στα ολλανδικά - mennen, besturen, richten, toedienen, dirigeren, administreren, beheren, ...
Τυχαίες λέξεις
Διευθυντής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: directeur, bestuurder, administrateur, beheerder, Director, regisseur