Εκπτώσεις στα ολλανδικά

Μετάφραση: εκπτώσεις, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kortingen, Discounts, Korting, van kortingen, kortingen gratis
Εκπτώσεις στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκπτώσεις

εκπτώσεις σε αρώματα, εκπτώσεις mac, εκπτώσεις μαΐου 2014, εκπτώσεις καλλυντικά, εκπτώσεις μαιου, εκπτώσεις λεξικό γλώσσας ολλανδικά, εκπτώσεις στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • εκποιώ στα ολλανδικά - verkopen, wegdoen, vervreemden, verhandelen, tappen, overdoen, de bezittingen verkopen
  • εκπομπή στα ολλανδικά - emissies, emissie, uitstoot, emissienormen
  • εκπυρσοκρότηση στα ολλανδικά - ontslaan, ontzetten, royeren, ontslag, ontploffing, detonatie, ontploffing op gang, ...
  • εκρήγνυμαι στα ολλανδικά - ontploffen, uitbarsten, losbarsten, springen, exploderen, barsten, uitbreken, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκπτώσεις στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kortingen, Discounts, Korting, van kortingen, kortingen gratis