Εκτύπωση στα ολλανδικά
Μετάφραση: εκτύπωση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
het drukken, afdrukken, printen, het afdrukken, drukken
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκτύπωση
εκτύπωση ενσήμων ικα, εκτύπωση αμκα, εκτύπωση ε9, εκτύπωση εκκαθαριστικού εφορίας, εκτύπωση πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου, εκτύπωση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, εκτύπωση στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- εκτόπισμα στα ολλανδικά - verplaatsing, waterverplaatsing, verschuiving, verdringing, cilinderinhoud
- εκτός στα ολλανδικά - redden, uitsparen, uitzuinigen, besparen, uitwinnen, behouden, behoeden, ...
- εκφαυλίζω στα ολλανδικά - degraderen, verlagen, ekfaflizo
- εκφοβίζω στα ολλανδικά - paniek, verjagen, afschrikken, ontstellen, ontzetten, appal, doen schrikken
Τυχαίες λέξεις
Εκτύπωση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: het drukken, afdrukken, printen, het afdrukken, drukken
Μεταφράσεις: het drukken, afdrukken, printen, het afdrukken, drukken