Επίπονος στα ολλανδικά

Μετάφραση: επίπονος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
moeilijk, zwaar, moeizaam, arbeidzaam, moeizame, bewerkelijk, omslachtig
Επίπονος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίπονος

επίπονος αντωνυμο, επίπονος συνώνυμα, επίπονος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, επίπονος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • επίπληξη στα ολλανδικά - uitbrander, afkeuren, verwijt, berispen, wraken, berisping, laken, ...
  • επίπλωση στα ολλανδικά - meubels, meubilair, inrichting, ingericht, Woninginrichting
  • επίπτωση στα ολλανδικά - resultaat, uitkomst, effect, effecten, afloop, oplossing, uitslag, ...
  • επίρρημα στα ολλανδικά - bijwoord, adverbium, adverb
Τυχαίες λέξεις
Επίπονος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: moeilijk, zwaar, moeizaam, arbeidzaam, moeizame, bewerkelijk, omslachtig