Επιφάνεια στα ολλανδικά
Μετάφραση: επιφάνεια, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
oppervlakte, oppervlak, ondergrond, het oppervlak, vlak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιφάνεια
επιφάνεια κυλίνδρου τύπος, επιφάνεια κύκλου, επιφάνεια κοπής, επιφάνεια κυρίων χώρων ν.4178/13 κύριας κατοικίας, επιφάνεια σφαίρας, επιφάνεια λεξικό γλώσσας ολλανδικά, επιφάνεια στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- επιτυγχάνω στα ολλανδικά - gedijen, bereiken, slagen, floreren, verkrijgen, klaarspelen, inhalen, ...
- επιτόκιο στα ολλανδικά - belang, voordeel, belangstelling, interesseren, interest, aangelegenheid, rente, ...
- επιφέρω στα ολλανδικά - epifero
- επιφανής στα ολλανδικά - roemvol, welbekend, roemruchtig, gerenommeerd, vermaard, befaamd, glorieus, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιφάνεια στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: oppervlakte, oppervlak, ondergrond, het oppervlak, vlak
Μεταφράσεις: oppervlakte, oppervlak, ondergrond, het oppervlak, vlak