Ευγνωμοσύνη στα ολλανδικά
Μετάφραση: ευγνωμοσύνη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dankbaarheid, erkentelijkheid, dank, dankbaar, bedanken
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευγνωμοσύνη
ευγνωμοσύνη ορισμός, ευγνωμοσύνη ρητα, ευγνωμοσύνη τι σημαινει, ευγνωμοσύνη βικιπαιδεια, ευγνωμοσύνη ετυμολογία, ευγνωμοσύνη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ευγνωμοσύνη στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ευγενικά στα ολλανδικά - hoffelijk, beleefd, hoffelijk verkeersgedrag, incidentele, hoffelijke
- ευγενικός στα ολλανδικά - bereidwillig, zachtzinnig, galant, beleefd, aardig, zacht, hoffelijk, ...
- ευγονία στα ολλανδικά - kinderrijkdom, eugenisch, eugenische, eugenetica-, eugenetische, eugenetisch
- ευδαιμονία στα ολλανδικά - gelukzaligheid, Bliss, zaligheid, geluk, zegen
Τυχαίες λέξεις
Ευγνωμοσύνη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: dankbaarheid, erkentelijkheid, dank, dankbaar, bedanken
Μεταφράσεις: dankbaarheid, erkentelijkheid, dank, dankbaar, bedanken