Ηττοπάθεια στα ολλανδικά

Μετάφραση: ηττοπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
defaitisme, doemdenken, defeatism, verslagenheid, défaitisme
Ηττοπάθεια στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ηττοπάθεια

ηττοπάθεια συνώνυμο, ηττοπάθεια σημασια, ηττοπάθεια wiki, ηττοπάθεια τι σημαινει, ηττοπάθεια ορισμος, ηττοπάθεια λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ηττοπάθεια στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ησυχασμός στα ολλανδικά - afval, rommel, overblijven, bedaard, staartje, rest, resterende, ...
  • ησυχαστήριο στα ολλανδικά - terugkrabbelen, terugtrekken, aftrekken, toevluchtsoord, Hideaway, schuilplaats, het zicht, ...
  • ηττοπαθής στα ολλανδικά - defaitist, defaitistische, defaitistisch, doemdenker, defaitisme
  • ηφαίστειο στα ολλανδικά - vulkaan, de vulkaan, volcano, vulkaan van, vulkanisch
Τυχαίες λέξεις
Ηττοπάθεια στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: defaitisme, doemdenken, defeatism, verslagenheid, défaitisme