Θαυμαστός στα ολλανδικά
Μετάφραση: θαυμαστός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verwonderlijk, wonderbaarlijke, wonderlijke, wondere, wonderbaarlijk
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θαυμαστός
θαυμαστός καινούργιος κόσμος άλντους χάξλεϋ, θαυμαστός καινούργιος κόσμος - του αλντους χάξλεϊ, θαυμαστός κόσμος της χημείας, θαυμαστός καινούργιος κόσμος χαξλευ, θαυμαστός ο θεός εν τοις αγίοις αυτού, θαυμαστός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, θαυμαστός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- θαυμασμός στα ολλανδικά - bewondering, verbazing, de bewondering, verwondering
- θαυμαστής στα ολλανδικά - aanbidster, vereerster, bewonderaarster, aanbidder, bewonderaar, liefhebber, bewondering, ...
- θαύμα στα ολλανδικά - verbazing, wonder, mirakel, miracle, wonderen
- θεά στα ολλανδικά - godin, de godin, goddess
Τυχαίες λέξεις
Θαυμαστός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verwonderlijk, wonderbaarlijke, wonderlijke, wondere, wonderbaarlijk
Μεταφράσεις: verwonderlijk, wonderbaarlijke, wonderlijke, wondere, wonderbaarlijk