Ιδρυτής στα ολλανδικά

Μετάφραση: ιδρυτής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
oprichter, stichter, grondlegger, de oprichter, oprichter van
Ιδρυτής στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιδρυτής

ιδρυτής coco mat, ιδρυτής της apple, ιδρυτής ολυμπιακών αγώνων, ιδρυτής κκε, ιδρυτής apple, ιδρυτής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ιδρυτής στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ιδιότροπος στα ολλανδικά - bizar, grillig, capricieus, capricieuze, grillige, whimsical
  • ιδού στα ολλανδικά - ziehier, hier, kijk, ziedaar, zie, Lo, ziet, ...
  • ιδρύω στα ολλανδικά - vestigen, funderen, baseren, oprichten, grondvesten, vaststellen, gronden, ...
  • ιερέας στα ολλανδικά - minister, bewindsman, dominee, kapelaan, aalmoezenier, chaplain, kapelaan van, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιδρυτής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: oprichter, stichter, grondlegger, de oprichter, oprichter van