Καλεσμένος στα ολλανδικά

Μετάφραση: καλεσμένος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
logé, gast, gasten, Gastenboek, gast van, gastenbeoordelingen
Καλεσμένος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καλεσμένος

καλεσμένος προς καμπουράκη – οικονομέα «είστε βλάκες », καλεσμένος ούρησε πάνω στην καρέκλα του μπογδάνου, καλεσμένος σε γάμο, καλεσμένος κατούρησε τον μπογδάνο, καλεσμένος κατούρησε μέσα στο studio του μπογδάνου εν ώρα εκπομπής, καλεσμένος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καλεσμένος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • καλαμπόκι στα ολλανδικά - eelt, tarwe, korrel, maïs, likdoorn, weit, eksteroog, ...
  • καλαφατίζω στα ολλανδικά - kalefateren, breeuwen, kalfateren, caulk, kit, breeuwwerk, waterdicht
  • καλκάνι στα ολλανδικά - tarbot, de tarbot, turbot, van tarbot, voor tarbot
  • καλλιεργημένος στα ολλανδικά - iel, kies, geraffineerd, gevoelig, delicaat, fijn, ontwikkeld, ...
Τυχαίες λέξεις
Καλεσμένος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: logé, gast, gasten, Gastenboek, gast van, gastenbeoordelingen