Καναρίνι στα ολλανδικά
Μετάφραση: καναρίνι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kanarie, Canarische, Canary, kanaries, kanariezaad
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καναρίνι
καναρίνι μου γλυκό, καναρίνι διάρκεια ζωής, καναρίνι φροντίδα, καναρίνι δεν κελαηδάει, καναρίνι στο κεφάλι, καναρίνι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καναρίνι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κανένας στα ολλανδικά - niemendal, enig, niet, nee, geen, niks, neen, ...
- καναπές στα ολλανδικά - rustbank, canapé, divan, sofa, bank, slaapbank, de bank, ...
- κανείς στα ολλανδικά - geen, niemand
- κανονίζω στα ολλανδικά - afhandelen, regelen, schikken, aanrichten, reguleren, afdoen, vereffenen, ...
Τυχαίες λέξεις
Καναρίνι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kanarie, Canarische, Canary, kanaries, kanariezaad
Μεταφράσεις: kanarie, Canarische, Canary, kanaries, kanariezaad