Καράφα στα ολλανδικά
Μετάφραση: καράφα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
decanteren, karaf, carafe, karafje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καράφα
κρυστάλλινη καράφα, σετ καράφα, καράφα κρασιού, καράφα και ποτήρι γάμου, καράφα και ποτήρια κρασιού schott zwiesel, καράφα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καράφα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- καράτε στα ολλανδικά - karate, de karate, van de karate, Karate van, van karate
- καράτι στα ολλανδικά - karaat, karaats, carat, caraat
- καρέ στα ολλανδικά - betomen, beteugelen, bedwingen, frames, kozijnen, kaders, lijsten, ...
- καρέκλα στα ολλανδικά - zetel, stoel, president-directeur, leerstoel, kinderstoel, voorzitter, chair
Τυχαίες λέξεις
Καράφα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: decanteren, karaf, carafe, karafje
Μεταφράσεις: decanteren, karaf, carafe, karafje