Κλάδος στα ολλανδικά

Μετάφραση: κλάδος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aftakking, depot, tak, filiaal, afdeling, bijkantoor, branche
Κλάδος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλάδος

κλάδος τροφίμων και ποτών 2013, κλάδος τροφίμων και ποτών, κλάδος κατασκευών, κλάδος τροφίμων, κλάδος εστίασης, κλάδος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κλάδος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κιτρινίλα στα ολλανδικά - geelheid, vergelingsindex, de geelheid, gele kleur, yellowness
  • κιτρινωπός στα ολλανδικά - geelachtig, geelachtige, gelige, geel, gelig
  • κλάμα στα ολλανδικά - schreeuw, kreet, huilen, geroep, roep
  • κλάπα στα ολλανδικά - scharnier, stofbril, oogkleppen, knipperlichten, richtingaanwijzers, blinkers
Τυχαίες λέξεις
Κλάδος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aftakking, depot, tak, filiaal, afdeling, bijkantoor, branche