Κλινική στα ολλανδικά
Μετάφραση: κλινική, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kliniek, clinic, ziekenhuis, de kliniek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλινική
κλινική γαλήνη, κλινική γαβριλάκη, κλινική άγιος λουκάς, κλινική περίπτωση, κλινική τσεπέτη, κλινική λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κλινική στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κλιμάκωση στα ολλανδικά - aanslag, ladder, schub, verhouding, schaalverdeling, schilfer, schaal, ...
- κλιμακώνομαι στα ολλανδικά - escaleert, escaleren, escalatie
- κλινικός στα ολλανδικά - klinisch, klinische, de klinische
- κλινοσκεπάσματα στα ολλανδικά - linnen, beddegoed, beddengoed, bedden, aanwezige bedden, strooisel
Τυχαίες λέξεις
Κλινική στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kliniek, clinic, ziekenhuis, de kliniek
Μεταφράσεις: kliniek, clinic, ziekenhuis, de kliniek