Κλινική στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κλινική, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
clínica, clínica de, ambulatório, clínico, clínicas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλινική
κλινική γαλήνη, κλινική γαβριλάκη, κλινική άγιος λουκάς, κλινική περίπτωση, κλινική τσεπέτη, κλινική λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κλινική στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κλιμάκωση στα πορτογαλικά - escama, abrasar, escalde, desenho, escala, escalada, escalonamento, ...
- κλιμακώνομαι στα πορτογαλικά - se agrava, agrava, escalates, aumenta, escalada
- κλινικός στα πορτογαλικά - clínico, clínica, clínicos, clínicas
- κλινοσκεπάσματα στα πορτογαλικά - alinhar, linho, cama, roupas de cama, roupa de cama, da cama, roupas
Τυχαίες λέξεις
Κλινική στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: clínica, clínica de, ambulatório, clínico, clínicas
Μεταφράσεις: clínica, clínica de, ambulatório, clínico, clínicas