Λέξη: κλινική

Σχετικές λέξεις: κλινική

κλινική γαλήνη, κλινική γαβριλάκη, κλινική άγιος λουκάς, κλινική περίπτωση, κλινική τσεπέτη, κλινική αθηνά, κλινική ρεα, κλινική σινούρη, κλινική νευροψυχολογία, κλινική ψυχολογία, ψυχιατρική κλινική, γενική κλινική, κεντρική κλινική

Μεταφράσεις: κλινική

κλινική στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
clinic, clinical, a clinical, clinically, the clinical

κλινική στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
clínica, clínica de, la clínica, consulta, clínicas

κλινική στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
klinik, Klinik, der Klinik

κλινική στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
clinique, la clinique, dispensaire, clinique de, cliniques

κλινική στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
clinica, clinica di, ambulatorio, clinic, consulenza

κλινική στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
clínica, clínica de, ambulatório, clínico, clínicas

κλινική στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kliniek, clinic, ziekenhuis, de kliniek

κλινική στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
лечебница, медпункт, амбулатория, больница, диспансер, клиника, клиники, клинике, клинику, поликлиника

κλινική στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
klinikk, klinikken, clinic

κλινική στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
klinik, kliniken, klinikens

κλινική στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
klinikka, poliklinikka, klinikalla, klinikan, klinikalle, clinic

κλινική στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
klinik, klinikken, klinikkens

κλινική στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
klinika, poradna, kliniky, ambulance, ordinace

κλινική στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
klinika, lecznica, przychodnia, kliniki, Poradnia, klinice

κλινική στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
klinika, Clinic, klinikán, klinikára, klinikai

κλινική στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
klinik, kliniği, Clinic, klinikte

κλινική στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
медпункт, клініка, лікарня, амбулаторія, клиника

κλινική στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
klinikë, klinika, klinikën, klinikën e, klinika e

κλινική στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
клиника, клиниката, болница, клиники

κλινική στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
клініка

κλινική στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kliinik, haigla, kliinikus, Clinic, kliiniku, kliinikusse

κλινική στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
klinika, dispanzer, bolnica, klinici, ambulanta, Clinic, Klinika za, Poliklinika, kliniku

κλινική στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
heilsugæslustöð, Lækningalind, sjúkrahúsið, Clinic, læknastofa

κλινική στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
klinika, poliklinika, klinikoje, klinikos, Clinic, kliniką

κλινική στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
klīnika, klīnikā, klīnikas, klīniku, poliklīnika

κλινική στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
клиника, клиниката, амбуланта, клиниката за, клиника за

κλινική στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
policlinic, clinică, clinica, clinica de, clinicii, clinic

κλινική στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
poliklinika, klinika, ambulanta, kliniki, clinic, klinike

κλινική στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
poliklinika, klinika

Στατιστικά δημοτικότητας: κλινική

Τυχαίες λέξεις