Κουφός στα ολλανδικά
Μετάφραση: κουφός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
doof, doven, dove, of aanduidingen in reliëf, aanduidingen in reliëf
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κουφός
κουφός υλικά οικοδομών, κουφός οικοδομικά υλικά, κουφός nba, κουφός basketball, κουφός νικόλαος, κουφός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κουφός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κουτός στα ολλανδικά - zot, schaapachtig, zwakhoofdig, dom, onverstandig, onbenullig, dwaas, ...
- κουφάρι στα ολλανδικά - lijk, karkas
- κοφίνι στα ολλανδικά - korf, slof, ben, mand, mandje, Winkelwagentje, winkelmandje
- κοφτά στα ολλανδικά - kortaf, abrupt, botweg, kort, curtly, kortweg, bits
Τυχαίες λέξεις
Κουφός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: doof, doven, dove, of aanduidingen in reliëf, aanduidingen in reliëf
Μεταφράσεις: doof, doven, dove, of aanduidingen in reliëf, aanduidingen in reliëf