Κρεπ στα ολλανδικά
Μετάφραση: κρεπ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
crêpe, crepe, pannenkoek, omfloerst, omfloers
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρεπ
κρεπ σουζέτ, κρεπ υφασμα τιμη, κρεπ σατεν φορεματα, κρεπ μεταξωτο, κρεπ αρτ ιλιον, κρεπ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κρεπ στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κρεμώ στα ολλανδικά - hangen, ophangen, Hang, knie, knie te
- κρεοπώλης στα ολλανδικά - slager, slachten, slachter, afslachten, vleeshouwer, slagerij, slagers, ...
- κρησαρίζω στα ολλανδικά - zijgen, filtreren, filteren, zeef, filter, krisarizo
- κρησφύγετο στα ολλανδικά - terugkrabbelen, terugtrekken, aftrekken, schuilplaats, hideout, schuilplaats van, schuilplaats te, ...
Τυχαίες λέξεις
Κρεπ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: crêpe, crepe, pannenkoek, omfloerst, omfloers
Μεταφράσεις: crêpe, crepe, pannenkoek, omfloerst, omfloers