Κρησφύγετο στα ολλανδικά

Μετάφραση: κρησφύγετο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
terugkrabbelen, terugtrekken, aftrekken, schuilplaats, hideout, schuilplaats van, schuilplaats te, de schuilplaats
Κρησφύγετο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κρησφύγετο

κρησφύγετο του αυξεντιου, κρησφύγετο ταινια, κρησφύγετο γριβα, κρησφύγετο χιτλερ, κρησφύγετο ετυμολογία, κρησφύγετο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κρησφύγετο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κρεπ στα ολλανδικά - crêpe, crepe, pannenkoek, omfloerst, omfloers
  • κρησαρίζω στα ολλανδικά - zijgen, filtreren, filteren, zeef, filter, krisarizo
  • κριάρι στα ολλανδικά - ram, het RAM, de ram
  • κριθάρι στα ολλανδικά - gerst, gerst die, gerst in, van gerst
Τυχαίες λέξεις
Κρησφύγετο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: terugkrabbelen, terugtrekken, aftrekken, schuilplaats, hideout, schuilplaats van, schuilplaats te, de schuilplaats