Κυματισμός στα ολλανδικά
Μετάφραση: κυματισμός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
golving, golfbeweging, undulatie, undulation, golvingen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυματισμός
κυματισμός φωνής, κυματισμός θαλάσσης, κυματισμός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κυματισμός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κυμάτισμα στα ολλανδικά - golvend, golvende, gegolfde, wavy, gegolfd
- κυμαίνομαι στα ολλανδικά - schommelen, fluctueren, variëren, fluctueert, schommelt
- κυνήγι στα ολλανδικά - jacht, onderzoek, zoektocht, speurtocht, speurwerk, de jacht, jagen, ...
- κυνηγός στα ολλανδικά - jager, Hunter, jagers, jager van
Τυχαίες λέξεις
Κυματισμός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: golving, golfbeweging, undulatie, undulation, golvingen
Μεταφράσεις: golving, golfbeweging, undulatie, undulation, golvingen