Λογική στα ολλανδικά
Μετάφραση: λογική, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
logica, logisch, logische, de logica, logic
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λογική
λογική σχεδίαση ψηφιακών συστημάτων, λογική και θεωρία αλγορίθμων και υπολογισμού, λογική σχεδίαση, λογική και συναίσθημα, λογική ακολουθία, λογική λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λογική στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- λογαριθμικός στα ολλανδικά - logaritmische, logaritmisch
- λογικά στα ολλανδικά - logischerwijze, logisch, logischerwijs, logische, logisch gezien
- λογικός στα ολλανδικά - gematigd, redelijk, behoorlijk, bescheiden, matig, verstandig, logisch, ...
- λογισμός στα ολλανδικά - rekening, calculus, tandsteen, wiskunde
Τυχαίες λέξεις
Λογική στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: logica, logisch, logische, de logica, logic
Μεταφράσεις: logica, logisch, logische, de logica, logic