Μίζα στα ολλανδικά

Μετάφραση: μίζα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ontsteking, starter, startmotor, voorgerecht, aanzet, start
Μίζα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μίζα

μίζα στα αγγλικα, μίζα για xt 600, μίζα ετυμολογία, μίζα virago 250, μίζα αυτοκινήτου, μίζα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μίζα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μίασμα στα ολλανδικά - vervuiling, verontreiniging, miasma, miasme, moerasdamp, ongezonde uitwaseming
  • μίγμα στα ολλανδικά - sortering, verwarren, mixen, mengeling, wassen, vermenging, mengelmoes, ...
  • μίλησα στα ολλανδικά - ik sprak, sprak ik, die ik sprak, ik heb gesproken
  • μίλι στα ολλανδικά - mijl
Τυχαίες λέξεις
Μίζα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ontsteking, starter, startmotor, voorgerecht, aanzet, start